Wikipedia

Αποτελέσματα αναζήτησης

Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2013

Ο ρόλος του εκπαιδευτικού μέσα σ΄ ένα παγκοσμοποιημένο περιβάλλον μάθησης. Κάποιες σκέψεις...




Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι σύγχρονο φαινόμενο, σύμφωνα με τον γνωστό στοχαστή I. Wallerstein, καθώς οι πρώτες εκδηλώσεις της εμφανίζονται τον 16ο-17ο αι. κατά τη διάρκεια των οποίων τα ευρωπαϊκά, κυρίως, κράτη επιδίδονται πρωτίστως σ’ ένα οικονομικό ανταγωνισμό μέσω της άνθησης μιας διεθνούς αγοράς. Την περίοδο 1860-1914 παρατηρείται μια δεύτερη παγκοσμιοποίηση όπου το άνοιγμα των διεθνών αγορών και η ελεύθερη διακίνηση αγαθών αποτελούν τα κύρια μελήματα της μεγαλοδύναμης τότε Μ. Βρετανίας. Με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου το υποφώσκων οικονομικό ψηφιδωτό καταρρέει. Ώσπου το τελευταίο τέταρτο του 20ου αι. ξεσπά το απότομο άνοιγμα των αγορών, μια πρωτόγνωρη κινητικότητα του κεφαλαίου υπό την «προστασία» των ΗΠΑ[1].


Αναμφισβήτητα πρόκειται για ένα τεράστιας σημασίας ιστορικό-κοινωνικό φαινόμενο που η επίδρασή του διεισδύει σ’ όλες τις εκφάνσεις του ανθρώπινου βίου. Οι συνέπειές του σε οικονομικό-τεχνολογικό, κοινωνικό-πολιτισμικό και πολιτικό επίπεδο μας οδηγούν στην παραδοχή ότι όλοι είμαστε πολίτες του τόπου μας και ταυτόχρονα πολίτες ενός παγκόσμιου χωριού, στην οικοδόμηση του οποίου απαιτείται ο καθένας να τοποθετήσει το δικό του πετράδι, τη δίκη του σφραγίδα που συγχρόνως  τον ενώνει, αλλά και τον διαφοροποιεί. 
Μέσα σ’ αυτό το άναρχα παγκοσμιοποιημένο ψηφιδωτό το Σχολείο και συνακόλουθα ο εκπαιδευτικός καλείται να υπηρετήσει αξίες, να δημιουργήσει οράματα, να προκαλέσει ρήξεις, να τροφοδοτήσει με όνειρα τις νέες γενιές που βιώνουν ενδόμυχο άγχος στο άκουσμα και μόνο των λέξεων «παγκοσμιοποίηση» και «οικονομική κρίση», λέξεων με τεράστιο ηθικό βάρος. Το αναπόφευκτο της παγκοσμιοποίησης είναι πια αξίωμα. Ο εκπαιδευτικός δεν μπορεί να μείνει αδιάφορος, η συλλογική συνείδηση δεν του επιτρέπει να παραβλέψει την υποχρέωσή του να θεαθεί τον κόσμο σκεπτόμενος «ανοιχτά», πλουραλιστικά και πολυπολιτισμικά.
Κάθε αλλαγή σε οικονομικό-κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο προϋποθέτει τη σύζευξη με την  εκπαίδευση και αντιστρόφως. Το Σχολείο αφουγκράζεται τους παλμούς της αλλαγής και μέσα σ’ ένα περιβάλλον όπου η έκρηξη των νέων τεχνολογιών και ο χρόνος διάδοσης των πληροφοριών είναι απίστευτα ιλιγγιώδεις, ο Δάσκαλος οφείλει να μένει ανοιχτός και ευήκοος στα νέα ρεύματα, στις νέες ιδέες, στα νέα «μηνύματα» ώστε να συνδράμει στο έργο της αλλαγής, ακόμα και να την προετοιμάζει[2].
Ο εκπαιδευτικός ως κοινωνικός θεσμός διαλέγεται με την κοινωνία. Κάθε δεδομένο εκπαιδευτικό μοντέλο αντανακλά την κοινωνική πραγματικότητα και κάθε ζητούμενο οραματίζεται μια άλλη[3]. Εκπαιδεύει τους μαθητές του για να ζήσουν σε μια κοινωνία. Σε ποια όμως κοινωνία; Στην κοινωνία όπου η θεωρία του « ανθρώπινου κεφαλαίου» δεσπόζει στην πολιτική και που αποτυπώνεται έμμεσα στα εκάστοτε Αναλυτικά Προγράμματα, σε μια κοινωνία όπου η εξειδίκευση και ο καταμερισμός της εργασίας οδηγεί δυστυχώς σε μονόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας, όπου το κέρδος θεωρείται επιτυχία και η παιδεία-με την ευρεία έννοια- αγαθό που τείνει να εξαφανιστεί. Επομένως, η  σύνδεση εκπαίδευσης και οικονομίας είναι άρρηκτη.
Είναι καθήκον του σύγχρονου εκπαιδευτικού να δώσει αξία στο «διαφορετικό», να ανιχνεύσει εκείνα τα θετικά ψήγματα του υπάρχοντος πολιτισμικού κεφαλαίου του κάθε παιδιού που θα του δημιουργήσουν την αίσθηση της αυτοπεποίθησης και θα αποτελέσουν την κινητήρια δύναμη για την ανάδειξη των εν δυνάμει θετικών πλευρών του εαυτού του . Ο σύγχρονος εκπαιδευτικός έχοντας ασπίδα του τη διά βίου μάθηση μέσα από τις ποικίλες μορφές εκπαίδευσης νοιάζεται για τους μαθητές του.  Είναι διαμεσολαβητής , εμψυχωτής, σύμβουλος, πρόθυμος ακροατής των ανησυχιών των μαθητών του. Είναι ένθερμος υποστηρικτής του δημοκρατικού, ανοιχτού, διαπολιτισμικού σχολείου , είναι συνδιαμορφωτής του εκάστοτε Αναλυτικού Προγράμματος, είναι αυτός που αγκαλιάζει τα παιδιά, γιατί γνωρίζει ότι κάθε παιδί έχει διαφορετικές εκπαιδευτικές ανάγκες και γι’ αυτό προσπαθεί-στα πλαίσια του δυνατού- να εφαρμόσει την αρχή της διαφοροποιημένης διδασκαλίας, ώστε να προσφέρει στο κάθε παιδί ίσες ευκαιρίες με τα παιδιά του κόσμου.  Γνωρίζει ότι σ’ αυτό το περιβάλλον πλουσιοπάροχων προσφορών ο νέος πρέπει να υψώσει ηθικό ανάστημα, να είναι αυτόνομος και να μάθει να είναι αυτοδύναμος. 
Ο μεγάλος παιδαγωγός Μίλτος Κουντουράς υποστήριζε ότι « μαθητής μου εμένα δεν είναι εκείνος που αγαπά την ήρεμη και ακίνδυνη ζωή, την στρωμένη με λουλούδια, αλλά εκείνος που μέσα του έχει ξυπνήσει η ανησυχία…»[4]. Έχοντας, λοιπόν, αυτά τα λόγια ως αφετηρία πραγμάτωσης πράξεων και ιδεών ο τωρινός εκπαιδευτικός προκειμένου να ανταποκριθεί στις πολυσύνθετες εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών θα πρέπει μέσω της δικής του συνεχούς επιμόρφωσης να τους κατευθύνει στα μονοπάτια της μεταγνώσης που θα τους δείξει την είσοδο για την αυτόνομη αποκάλυψη της γνώσης, της διατήρησής της για μεγάλο χρονικό διάστημα και της εμπέδωσής της. Ο σύγχρονος νέος πρέπει να μάθει πώς να μάθει και να χρησιμοποιεί την κριτική του σκέψη σ’ ένα κόσμο όπου όλα προσφέρονται χωρίς κόπο και έλεγχο. 
Βοήθημα απαραίτητο για όλες τις επιδιώξεις του Δασκάλου είναι  η χρήση  των Νέων Τεχνολογιών. Η γνώση χρήσης των ψηφιακών μέσων πληροφόρησης καθίσταται απαραίτητη και αρωγός πολύτιμος στη διεξαγωγή μιας ενδιαφέρουσας διδασκαλίας όπου το γνωστικό αντικείμενο «προσφέρεται» με τρόπο πιο εύπεπτο  και οικείο για τους νέους. Επίσης, οι νέοι θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν τη σπουδαιότητα της επικοινωνίας και καθήκον του εκπαιδευτικού είναι να τους την διδάξει. Ο νέος θα πρέπει να προετοιμαστεί να αντιμετωπίσει ως ενήλικας τη παγκόσμια αγορά εργασίας, γι’ αυτό η μάθησή του θα πρέπει να περιλαμβάνει την εκμάθηση χρήσης ψηφιακών μέσων επικοινωνίας και ξένων γλωσσών. Ο εκπαιδευτής οφείλει να ενημερώσει το μαθητή του για τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσει ως ενήλικας σ’ ένα  οικουμενικό περιβάλλον υψηλών απαιτήσεων. 
Σημαντικό προτέρημα του εκπαιδευτή-παιδαγωγού είναι να έχει συνειδητοποιήσει ότι  ο ρόλος του είναι πολυδιάστατος με σπουδαιότερη πτυχή αυτή του πλάστη ψυχών, ειδικά στη σημερινή εποχή που χαρακτηρίζεται πεζή.  Δεν είναι εύκολο να είσαι Δάσκαλος, να σε «παρακολουθούν» κάμποσα ζευγάρια μάτια περιμένοντας την καθοδήγησή σου στο αχανές παγκοσμιοποιημένο «γίγνεσθαι» που καλούνται να ζήσουν, μάτια που άλλοτε εκπέμπουν μηνύματα αμφισβήτησης και άλλοτε λατρείας. Μεγάλη η ευθύνη αυτού που καλείται να διαμορφώσει πορείες. Τέτοιος είναι ο ρόλος του σωστού-καλού Δασκάλου. Δεν επαναπαύεται πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τη διδασκαλία, στοχάζεται και διατυπώνει κριτική. Ανατρεπτικός, ανήσυχος, αλλά και καθησυχαστικός ο ρόλος του. Δεν αφήνει κανέναν μαθητή του να ενστερνιστεί το μίσος, την ανελευθερία λόγου και έκφρασης, την άδικη κατανομή του πλούτου, τη βίαιη και ακραία εκδήλωση συμπεριφορών, στοιχεία που διαβρώνουν την ιδέα της ενοποίησης .Βρίσκει αφορμές να τονώσει το δημοκρατικό ήθος, να ενισχύσει την ευρωπαϊκή συνείδηση, να προασπιστεί την ανοχή στην ετερότητα, το σεβασμό στην προσωπικότητα του άλλου ανεξαρτήτως φύλου, κοινωνικής θέσης, χρώματος, πολιτικών και θρησκευτικών πεποιθήσεων, να τονίσει τα ήθη και τα έθιμα της πατρίδας του και των άλλων πολιτισμών.  Εργάζεται ομαδοσυνεργατικά, μαθητοκεντρικά, παραδέχεται τα λάθη του, τις αδυναμίες του, είναι ανθρώπινος μέσα σ’ ένα περιβάλλον κατακλυσμού γνώσεων που ταχέως ανανεώνεται και αναιρείται. Η προσαρμοστικότητα, η ευελιξία, η διεθνοποίηση, η διασύνδεση με τον κόσμο της οικονομίας και της αγοράς εργασίας, η σύνδεση της χρηματοδότησης με την επίδοση είναι μερικά από τα νέα εκπαιδευτικά προστάγματα που ο εκπαιδευτής οφείλει να σεβαστεί. Δεν κατηγοριοποιεί  και δεν προσπαθεί να ενσωματώσει ούτε να εντάξει τους αλλοδαπούς μαθητές, αλλά προσπαθεί να εφαρμόσει μεθόδους συνεκπαίδευσης, να τους εμφυτεύσει την έννοια της ισότητας, της ισονομίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Εν κατακλείδι , μπορούμε ακράδαντα να υποστηρίξουμε ότι ο εκπαιδευτής  εφαρμόζοντας το διαπολιτισμικό μοντέλο εκπαίδευσης διακατέχεται από την ελπίδα να καταπολεμηθεί η μισαλλοδοξία, η αναζωπύρωση ρατσιστικών εκδηλώσεων, η ιδιοτέλεια, η αναξιοκρατία, η έλλειψη σεβασμού και κατανόησης ∙ φαινόμενα που στην εποχή μας- λόγω αμφισβήτησης και κρίσης των αξιών- τείνουν να εδραιωθούν ως σταθερές αναφορές. Τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις θα πρέπει να  πολεμούνται σφοδρά από το σύγχρονο παιδαγωγό και να στηλιτεύονται καθημερινά στη διδασκαλία του. Οι νέοι επιβάλλεται να διδαχτούν με γνώμονα την Ανθρωπιά για να μπορέσει η παγκοσμιοποίηση να ενώσει δημιουργικά το ανθρώπινο είδος. Χρειάζεται, όμως,  ο εμπνευσμένος εκπαιδευτικός …ο «μερακλής» , όπως λέει ο λαός μας.
Τελειώνοντας, αξίζει να αναφερθούν κάποιες σκέψεις του John Donne: « Κανένας άνθρωπος δεν είναι νησί ακέραιος μονάχος του ∙ κάθε άνθρωπος είναι ένα κομμάτι της ηπείρου, ένα μέρος της στεριάς. Αν η θάλασσα ξεπλύνει ένα σβώλο χώμα, η Ευρώπη γίνεται μικρότερη...»[5].   



[1] Μουζέλης, Ν.(2007, 14 Οκτωβρίου). Παγκοσμιοποίηση, μύθοι και πραγματικότητα. Το Βήμα.
[2] Μπαλάσκας Κ.( 1989). Κοινωνική θεώρηση της παιδείας(σ.26).  Αθήνα  : Γρηγόρη
[3] ό. π (σ.34)
[4] Κουντουράς, Μ.( 1923 ) . Κλείστε τα σχολεία.. Καμπάνα (Μυτιλήνης)

[5] Χέμινγουαιη, Ε.(1998). Για ποιον χτυπά η καμπάνα(σ.5). Αθήνα: Σ. Ι Ζαχαρόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια: